Σε αυτό το άρθρο δεν έχουμε σκοπό να ασχοληθούμε με αμφισβητούμενους ορισμούς της counterculture(αντικουλτούρας) ή τη σχέση τους με την contraculture ή την subculture(υποκουλτούρα).
Σε αυτό το άρθρο θεωρούμε ότι η αντικουλτούρα είναι κοινωνικά κινήματα που «υπονομεύουν τις κοινωνικές ιεραρχίες που διαμορφώνουν την αστική ζωή και δημιουργούν μια πόλη που οργανώνεται με βάση τις αξίες όπως η δράση, οι τοπικοί πολιτισμοί και η αποκεντρωμένη συμμετοχική δημοκρατία» (Castells). Η εστίασή μας στις πόλεις καταδεικνύει τους τρόπους με τους οποίους η αντικουλτούρα έχει απομακρυνθεί από την αντιπολιτευτική διαμαρτυρία και από τους τρόπους της βιώσιμης διαβίωσης σε έναν ολοένα και περισσότερο αστικοποιημένο κόσμο.
Η περμακουλτούρα αντηχεί στον ορισμό του Castells και σε άλλες μορφές διαμαρτυρίας, ή αυτό που ο Musgrove ονομάζει «the dialectics of utopia (διαλεκτική της ουτοπίας)», μια δυναμική ένταση πολιτικού ακτιβισμού (αντίστασης) και προσωπικής ανάπτυξης (αισθητικής και παιχνιδιού) 1970s. Ο McKay προσφέρει μια παρόμοια άποψη όταν λέει ότι τέτοιες πράξεις αντικουλτούρας είναι ικανές να κάνουν “τόσο μια ουτοπική κίνηση όσο και μια πρακτική ένδειξη αντίστασης”. Αλλά ως σχεδιαστική πρακτική, η περμακουλτούρα ξεπερνά το θέαμα της διαμαρτυρίας.
Με αυτή την έννοια η περμακουλτούρα μπορεί να γίνει αντιληπτή ως μια καθημερινή πράξη αντίστασης: “Η πράξη σχεδιασμού δεν είναι μποϊκοτάζ, απεργία, διαμαρτυρία, διαδήλωση ή κάποια άλλη πολιτική πράξη, αλλά προσδίδει τη δύναμη της αντίστασης από το να είναι ακριβώς ένας σχεδιαστικός τρόπος παρέμβασης στη ζωή των ανθρώπων (Markussen). Θεωρούμε τη σχεδίαση της περμακουλτούρας ως μια μορφή σχεδιαστικού ακτιβισμού που ενσωματώνεται στην καθημερινή ζωή. Πρόκειται για μια διαδικασία που στοχος της ειναι ο ανοπροσανατολισμός μιας πρακτικής όχι με τη διακοπή της, αλλά με το να γίνεις μέρος της.
Ο Guy Julier αναφέρει την περμακουλτούρα μαζί με το κίνημα της κατάλληλης τεχνολογίας (appropriate technology) και την κοινοτική αρχιτεκτονική (community architecture), ως ένα από τα πολλά παραδείγματα της ριζοσπαστικής σκέψης στο σχεδιασμό που εμφανίστηκε στη δεκαετία του ’70. Αυτή η ευθυγράμμιση της περμακουλτούρας ως πρακτική σχεδίασης που συνδέεται με την αντικουλτούρα σε μια συνάθροιση, αλλά όχι πλήρως καθορισμένη από αυτήν, είναι σημαντική στην κατανόηση της αντοχής της περμακουλτούρας ως μορφή ακτιβισμού.
Η ενδέκατη αρχή σχεδιασμού της περμακουλτούρας απαιτεί μια εκτίμηση του περιθωριακού και του άκρου: Η διεπαφή μεταξύ των πραγμάτων είναι εκεί όπου συμβαίνουν τα πιο ενδιαφέροντα γεγονότα. Αυτά είναι συχνά τα πιο πολύτιμα, ποικίλα και παραγωγικά στοιχεία του συστήματος (permacultureprinciples.com). Με άλλα λόγια τα άκρα είναι κατανοητά ως οι περιοχές όπου πράγματα έρχονται μαζί δημιουργώντας νέες πιθανές διαδρομές και αλληλεπιδράσεις. Στο παρόν έγγραφο έχουμε πάρει αυτή τη μεταφορά για να σκεφτούμε τις σχέσεις μεταξύ permaculture και counterculture. Υποστηρίξαμε ότι η περμακουλτούρα προέκυψε από την αντιπολιτισμική ζύμωση στα τέλη της δεκαετίας του 1960 και της δεκαετίας του ’70 και διασταυρώθηκε με άλλα περιθωριακά πειράματα εναλλακτικού τρόπου ζωής. Στη σύγχρονη μορφή της, η αξία του “counter” πρέπει να γίνει κατανοητή ως αντίθεση και όχι ως θέση καθαρής αντιπολίτευσης προς την κυρίαρχη τάση.
Τα άκρα στην περμακουλτούρα δεν είναι όρια στην περιφέρεια ενός σχεδίου, αλλά ένας χώρος διασύνδεσης, υβριδισμού και ανταλλαγής, που παράγει προσαρμόσιμες και διαφορετικές δυνατότητες. Ομοίως, η περμακουλτούρα μοιράζει με τις μορφές του σύγχρονου ακτιβισμού «ρεπερτόρια ευέλικτης δράσης» (Mayer) ικανά να διασυνδέουν και να διασχίζουν ποικίλα περιβάλλοντα, συμπεριλαμβανομένων των κυρίων θεσμών. Η περμακουλτούρα αναπτύσσει ένα ρεπερτόριο δράσης που ενσωματώνει και δεν διαχωρίζει και έχει ως στόχο να προκαλέσει μια στροφή στις καθημερινές πρακτικές και να κάνει τα πράγματα διαφορετικά: διαφορετικά από το mainstream και από τον τρόπο λειτουργίας του παγκόσμιου κεφαλαίου, χωρίς να ισχυριστεί ότι είναι σε θέση έξω από τις παγκόσμιες ροές κεφαλαίων.
Αναφορές:
Castells, Manuel. “The New Public Sphere: Global Civil Society, Communication, Networks, and Global Governance.” ANNALS, AAPSS 616 (2008): 78-93.
Julier, Guy. “From Design Culture to Design Activism.” Design and Culture 5.2 (2013):215-236
Markussen, Thomas. “The Disruptive Aesthetics of Design Activism: Enacting Design between Art and Politics.” Design Issues29.1 (2013): 38-50.
McKay, G. “DiY Culture: Notes Toward an Intro.” In G. McKay, ed., DiY Culture: Party and Protest in Nineties Britain, London: Verso, 1988. 1-53.
Musgrove, F. Ecstasy and Holiness: Counter Culture and the Open Society. London: Methuen and Co., 1974.
permacultureprinciples.com. 25 Nov. 2014.
Πηγή: Value the Edge: Permaculture as Counterculture in Australia, Alexandra Lara Crosby, Jacquie Lorber-Kasunic, Ilaria Vanni Accarigi, http://journal.media-culture.org.au/index.php/mcjournal/article/view/915/0
Μετάφραση:
Utopia Project (utopiaproj@protonmail.com)


